ταώς

ταώς
(Αστρον.). Αστερισμός που βρίσκεται στο νότιο ημισφαίριο. Ο αστερισμός αυτός, όπως όλοι του ημισφαιρίου αυτού, ήταν άγνωστος στην αρχαιότητα. Πρωτοαναφέρθηκε το 1603. Από τους αστέρες του ο σπουδαιότερος είναι ο ομώνυμος, που έχει δεύτερο περίπου μέγεθος.
* * *
ο, ΝΜΑ, και ταώς, και αττ. τ. ταώς, και ταών, Α
γένος ορνιθόμορφων μεγαλόσωμων πτηνών με λαμπερό πτέρωμα, κν. σήμερα παγώνι
νεοελλ.
ως κύριο όν. Ταώς
αστερισμός τού νότιου ημισφαιρίου που βρίσκεται πολύ κοντά στον νότιο ουράνιο πόλο
αρχ.
1. είδος πολύτιμου λίθου
2. ονομασία είδους ψαριών
3. μτφ. (για πρόσ.) αλαζόνας, κομπαστής.
[ΕΤΥΜΟΛ. Κατά την επικρατέστερη άποψη, πρόκειται για δάνεια λ. ανατολικής προέλευσης, δεδομένου ότι και το πουλί ταώς «παγώνι» εισήχθη στην Ελλάδα από την Ινδία μέσω τής Περσίας. Παράλληλο δάνειο, εξάλλου, θεωρήθηκε και το λατ. pāvō. Κατ' άλλους, όμως, τόσο το ελλ. ταώς όσο και το λατ. pāvō εμφανίζουν δυσερμήνευτα αρκτικά τ- και p- και γι' αυτό υποστηρίχθηκε ότι πρόκειται για ονοματοποιημένες λ. Η άποψη αυτή, πάντως, δεν θεωρείται ικανοποιητική, ενώ η πρώτη ενισχύεται και από τον τ. toghai τής γλώσσας Τάμιλ. Η λ., τέλος, χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει και ένα είδος ψαριού, το οποίο, λόγω τής ποικιλίας τών χρωμάτων του, θυμίζει το παγώνι].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ταῶς — ταώς peacock masc nom sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ταώς — ταώ̆ς , ταώς peacock masc acc pl ταώ̆ς , ταώς peacock masc nom sg ταώ̆ς , ταώς peacock masc acc pl (attic epic ionic) ταώ̆ς , ταώς peacock masc nom sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τάως — (Αστρον.). Αστερισμός που βρίσκεται στο νότιο ημισφαίριο. Ο αστερισμός αυτός, όπως όλοι του ημισφαιρίου αυτού, ήταν άγνωστος στην αρχαιότητα. Πρωτοαναφέρθηκε το 1603. Από τους αστέρες του ο σπουδαιότερος είναι ο ομώνυμος, που έχει δεύτερο περίπου …   Dictionary of Greek

  • ταῶν — ταώς peacock masc gen pl ταώς peacock masc gen pl (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ταῶνι — ταώς peacock masc dat sg (attic) τᾱῶνι , ταώς peacock masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παγόνι — (ταώς ο λοφιοφόρος pavo cristatus). Ορνιθοειδές της οικογένειας των φασιανιδών. Το αρσενικό μπορεί να φτάσει σε μήκος 1,25 μ. εκτός από τα φτερά της ουράς, που έχουν περίπου άλλο τόσο μήκος· το θηλυκό έχει κατά κανόνα μήκος ένα μέτρο. Ενώ τα… …   Dictionary of Greek

  • ταῶ — ταώς peacock masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ταῴ — ταῴ̆ , ταώς peacock masc dat sg ταῴ̆ , ταώς peacock masc nom pl ταῴ̆ , ταώς peacock masc nom pl (attic epic ionic) ταῴ̆ , ταώς peacock masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ταών — ταώ̆ν , ταώς peacock masc acc sg ταώ̆ν , ταώς peacock masc acc sg (attic epic ionic) τᾱών , ταώς peacock masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • таусинный — таусин(н)ый темно синий . Произведение из темно синий невозможно фонетически. Возм., это производное от *таусъ павлин из греч. ταώς, ταῶς павлин , которое дало также араб. tāūs, тур. tawus, крым. тат., кыпч. taus – то же (Радлов 3, 774 и сл., 985 …   Этимологический словарь русского языка Макса Фасмера

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”